Καινούργια
χρονιά και οι εργασίες
στην πτέρυγά
στην πτέρυγά
μας
άρχισαν «πυρετωδώς»
ήδη από τα μέσα
ήδη από τα μέσα
της
εξεταστικής.
Αίθουσες
ανακαινίζονται, τοίχοι γκρεμίζονται
και βάφονται με άφθονο νοσοκομειακό
γκρι.
Εποχές
και πρόσωπα περνάνε και αλλάζουν και
το τμήμα (όπως και το πανεπιστήμιο και
η κοινωνία γενικότερα) κάθε χρόνο μετρά
απώλειες.
Υποχρηματοδότηση,
συρρίκνωση διδακτικού και διοικητικού
προσωπικού, διάλυση φοιτητικής μέριμνας,
εγκαθίδρυση του πανεπιστημίου των
«λίγων κι εκλεκτών», γενική οικονομική
ασφυξία, κοινωνικός εκφασισμός, ανεργία,
επισφάλεια.
Όλα
τα παραπάνω είναι λίγο πολύ γνωστά, αρκεί
μόνο να έχεις περάσει λίγο χρόνο (και
να έχεις δώσει πολύ χρήμα) στο χώρο της
εκπαίδευσης και ειδικότερα των
πανεπιστημίων, να έχεις ακούσει τις
ειδήσεις για το Ωραιόκαστρο και τη
Φιλιππιάδα και το ρατσιστικό παραλλήλημα
κάποιων, να είσαι τελικά κομμάτι της
συντριπτικής πλειοψηφίας της κοινωνίας
που σήμερα απλώς δε την παλεύει.
Υπάρχει
όμως μία τάση όλη αυτή την κατάσταση να
την αντιμετωπίζουμε ως παγιωμένη
και μη αναστρέψιμη,
καταλήγοντας στην αποδοχή της και
στην αντίληψη πως μία μόνο είναι
η λύση: «να τη βρω κάπως μόνη/ος μου την
άκρη». Έτσι φτάνουμε να λέμε «κρίμα,
αλλά τι να κάνουμε», όταν χιλιάδες
πρόσφυγες/μετανάστ(ρι)ες εγκλωβίζονται
σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Λέμε
«δυστυχώς, αλλά πώς αλλιώς να γίνει»
όταν ψηφίζονται μνημόνια. Λέμε «δεν
πειράζει σήμερα δεν είναι δικό μου
πρόβλημα» όταν διαλύονται τα εργασιακά,
το ασφαλιστικό και η λίστα ποτέ δεν
τελειώνει.
Και
κάπως έτσι ακόμη κι από την περίοδο των
φοιτητικών μας χρόνων ακολουθούμε μια
πορεία αδιέξοδη με την ελπίδα κάτι να
αλλάξει ως δια μαγείας, χωρίς εμείς να
έχουμε ουσιαστική επιρροή πάνω σε αυτή
την αλλαγή.
Σήμερα,
όμως, δε μπορούμε να έχουμε αυταπάτες
ότι μοναχά αν πληρώσουμε υπέρογκα ποσά
για να συμμετάσχουμε σε 5-10 workshop,
ότι αν συμμετέχουμε ανελλιπώς σε
διαγωνισμούς, αν πάρουμε το πτυχίο στα
5 χρόνια και αν όλο το πρόγραμμα σπουδών
περιστραφεί γύρω από το design και
τα ψηφιακά (κι ό,τι άλλο επιτάσσει αυτή
την περίοδο η αγορά εργασίας) θα
καταφέρουμε να βρούμε μια θέση σε κάποιο
γραφείο ή να γίνουμε μεγαλοαρχιτέκτονες/ισσες. Η
πραγματικότητα είναι πως όλες και όλοι
γνωρίζουμε ή θα γνωρίσουμε πολλούς/ες
που το έκαναν αυτό, με αληθινό (και
καθόλου κατακριτέο) άγχος για
το βιοπορισμό τους, όμως δεν οδήγησε
κάπου. Γιατί
δυστυχώς ή ευτυχώς σε αυτή την
πραγματικότητα ζούμε πολλές/οι και αν
καθένας και καθεμιά ψάχνει να βρει μια
άκρη δικιά του, ατομική, τότε βγαίνουμε
όλες κι όλοι χαμένοι. Άλλωστε δεν υπάρχει
τίποτα πιο άχαρο και μίζερο από το να
χωράς τη ζωή σου σε ένα ατέρμονο κυνήγι
προσόντων, χωρίς ποτέ να σταματάς για
να σκεφτείς, τι είναι αυτό που μαθαίνω,
για ποιον σχεδιάζω, ποιες ανάγκες
εξυπηρετώ, τι φταίει που δε βρίσκω
δουλειά. Ή ακόμη κι όταν το σκέφτεσαι
να καταλήγεις πως είναι κάτι μεγαλύτερο
από σένα και να γυρνάς πάλι στην αρχή.
Το
πλέον σημαντικό είναι να μπορούμε να
δούμε το δάσος κι όχι το δέντρο. Όχι
δηλαδή απλώς πως θα καταφέρουμε να
τελειώνουμε με τη σχολή (γιατί πλέον
δεν έχουμε καν χρόνο να μας ψήσει και
πολύ) ή πως αύριο θα βρούμε προσωρινά
μια δουλειά έως ότου μεταναστεύσουμε
στο εξωτερικό. Αντίθετα,
να ασκήσουμε τώρα (κι όχι στο αόριστο
κάποτε) κριτική στο περιεχόμενο των
σπουδών μας, να παλέψουμε για προσαρμογή
του προγράμματος σπουδών στις ανάγκες
της κοινωνίας κι όχι του κεφαλαίου, να
κατοχυρώσουμε τα επαγγελματικά δικαιώματά
μας μέσα από το πτυχίο, να στραφούμε
ενάντια μέσα από μαχητικούς αγώνες στην
επιχειρηματικοποίηση του πανεπιστημίου,
να πούμε όχι στην απλήρωτη πρακτική που συμβάλλει στην ανεργία (ενώ παρουσιάζεται
ως προσόν στο βιογραφικό).
Ας
δούμε λοιπόν την κατάσταση ως έχει κι
ας την αλλάξουμε στην πράξη.
Είναι
κοινώς αποδεκτό πως ανέκαθεν για να
μπορέσεις να σπουδάσεις χρειαζόταν
κάποιο «κεφάλαιο».
Σε άλλες εποχές μεγαλύτερο και σε άλλες
μικρότερο. Πλέον είναι δεδομένο πως
χωρίς χρήματα δε σου δίνεται η δυνατότητα
να σπουδάσεις. Το βλέπουμε μέσα στη
σχολή από το γεγονός ότι το κόστος για
τη διεκπεραίωση ενός εργαστηρίου
μέσα στη χρονιά (εκτυπώσεις, μακέτες
κλπ) μπορεί να ισούται με το μισό μισθό
ενός ανειδίκευτου εργάτη/ριας. Το
βλέπουμε από την ανάγκη όλων και
περισσότερων φοιτητριών/των να βρουν
μια δουλειά για να μπορέσουν να
ανταπεξέλθουν στα καθημερινά έξοδα. Το
βλέπουμε από το συνολικό κόστος ζωής
το οποίο αυξάνεται κατακόρυφα, ενώ οι
μισθοί μειώνονται και η ανεργία και η
επισφάλεια είναι το καθεστώς. Παράλληλα
η περιβόητη αυτοχρηματοδότηση των
ιδρυμάτων, την οποία διατυμπανίζει η
κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ (σε συνέχεια του
έργου των προηγούμενων) με την παρότρυνση
των νόμων της ΕΕ, ανοίγει το δρόμο στα
δίδακτρα και στο ιδιωτικό κεφάλαιο το
οποίο έρχεται να βγάλει κέρδος είτε
μέσω των ερευνητικών (βλ εξαγγελίες του
Υπουργείου Παιδείας για στροφή στην
έρευνα και την καινοτομία αλλά όχι με
δημόσιους πόρους), είτε με την άμεση
εκμετάλλευση των φοιτητών/ριων με
απλήρωτη εργασία και παράλληλη παραγωγή
έργου από πλευράς τους με υποσχέσεις
για την εξασφάλιση μιας θέσης
εργασίας/σκλαβιάς σε κάποια επιχείρηση.
Νέα
χρονιά, ίδια προβλήματα. Για πόσο ακόμη;
Αυτό
είναι το κυριότερο ερώτημα. Για πόσο
ακόμη θα εναποθέτουμε τις ελπίδες μας
είτε σε μια εκλογική εναλλαγή που
στην πραγματικότητα (όπως και να
ονομάζεται) θα φέρει κάποιον που θα
υπερασπίζεται τα συμφέροντα των λίγων
εις βάρος των αναγκών των πολλών, είτε
σε μικρά «μπαλώματα» της καθημερινότητας
που μας προσφέρουν προκειμένου να
εξωραϊστεί η δυσμενής πραγματικότητα;
Είμαστε
εμείς και κανείς άλλος που πρέπει να το
πάρουμε απόφαση ότι ο δρόμος είναι
δύσκολος, αλλά τον περπατάμε πολλές/οι
μαζί. Με αυτή την παραδοχή πρέπει να
γυρίσουμε σε αγώνες επιβολής των αναγκών
μας για τη μόρφωση, την εργασία, εν τέλει
την ίδια μας την ελευθερία.
Να
εξετάσουμε συνεπώς ποιες είναι πραγματικά
οι ανάγκες μας:
Ουσιαστική
δημόσια και δωρεάν παιδεία με ένα
πανεπιστήμιο που λειτουργεί με φοιτητικό
και εργατικό έλεγχο. Τα
φοιτητικά κινήματα (βλ όλων των
προηγούμενων χρόνων επέβαλαν στην
πράξη* στην
ύπαρξη του δημόσιου και δωρεάν
πανεπιστημίου και των όποιων παροχών
του όλα αυτά τα χρόνια. Εμπόδισαν τις
εκάστοτε εκπαιδευτικές αναδιαρθρώσεις
να φέρουν δίδακτρα, να εφαρμόσουν πλήρως
τη συνθήκη της Μπολόνια, να διασπάσουν
πτυχία κλπ. Δεν κατάφεραν να σταματήσουν
πλήρως την εισβολή του ιδιωτικού
παράγοντα εντός του πανεπιστημίου
(εργολαβίες σε καθαριότητα, σίτιση κ.α.,
έρευνα σε ορισμένα ιδρύματα από το ΝΑΤΟ
ή χρηματοδοτούμενη από επιχειρήσεις),
ούτε σήμαναν το τέλος κάθε διεκδίκησης.
Είναι στο χέρι μας, συνεπώς, να φτάσουμε
όλους αυτούς τους αγώνες ως το τέλος,
διεκδικώντας ακόμη περισσότερα: μια
άλλη γνώση, απελευθερωτική, ένα άλλο
πανεπιστήμιο, κοινωνικό.
ΟΑΣΘ,
ΦΟΙΤΗΤΙΚΗ ΛΕΣΧΗ, ΝΗΔΙΔΑ, ΕΣΤΙΕΣ...ή αλλιώς
ΦΟΙΤΗΤΙΚΗ ΜΕΡΙΜΝΑ:
Η
δημόσια και δωρεάν σίτιση, στέγαση,
μεταφορές, η κάλυψη των εξόδων για τη
σχολή είναι απαραίτητες προϋποθέσεις
για να μπορούμε να σπουδάσουμε, ειδικά
σήμερα. Όσα αυτά παραχωρούνται σε
εργολαβίες (σίτιση, στέγαση) και παύουν
να είναι δημόσια και δωρεάν, τόσο και
περισσότερες/οι αποκλείονται από το
δικαίωμα στη μόρφωση.
Σίγουρα
μια φοιτητική λέσχη με face control,
με τους εργολάβους να τρίβουν τα χέρια
τους για το πότε θα βάλουν αντίτιμο και
την ποιότητα του φαγητού χειρότερη από
ποτέ δεν είναι αυτό που έχουμε στο μυαλό
μας ως φοιτητική μέριμνα. Ούτε επίσης
τα ελάχιστα δωμάτια εστιών, σε τραγική
αντίθεση με το τεράστιο πλήθος των
φοιτητών/ριων σε ανάγκη, μπορεί να
επαρκούν. Δε χρειάζεται καν να αναλύσουμε
πως σε κάποιες σχολές (όπως στη δική
μας), πέρα από τις ηλεκτρονικές σημειώσεις
που πληρώνουμε και πάλι από την τσέπη
μας, καλούμαστε με απαίτηση του τμήματος
(!) να ξεπαραδιαζόμαστε κάθε τρεις και
λίγο και ειδικά στην εξεταστική για
υλικά, παρουσιάσεις κ.α. Αντί λοιπόν
ιδιαίτερα την περίοδο της κρίσης η
νησίδα να λειτουργεί δωρεάν (όπως
λειτουργούσε πριν 3 χρόνια μετά από
φοιτητική διεκδίκηση), πληρώνουμε
περισσότερα από ποτέ, ενώ ούτε λόγος
για δωρεάν αποθήκη υλικών.** τέλος, ο
ΟΑΣΘ αποτελεί ένα εταιρικό μονοπώλιο
που κάθε 2 χρόνια αυξάνει το αντίτιμο
κατά το δοκούν, τραμπουκίζει επιβάτες
χωρίς εισιτήριο παραβιάζοντας βασικά
τους δικαιώματα, εμφανίζει κατά καιρούς
ρατσιστικές συμπεριφορές απέναντι σε
μετανάστες κλπ. Ήδη από πέρυσι είχε
ανοίξει το ζήτημα της διαγραφής προστίμων
και της επιβολής δωρεάν μετακινήσεων
και για φοιτητ(ρι)ες από φοιτητικούς
συλλόγους και μένει φέτος, που ο ΟΑΣΘ
απονομιμοποιείται πιο πολύ από ποτέ
στα μάτια του κόσμου να συνεχίσουμε
έναν ημιτελή αγώνα.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ
ΕΝΤΟΣ ΣΧΟΛΗΣ.
Τα
μαθήματα στη σχολή κοντεύουν να γίνουν
εφιάλτης, αφού οι απαιτήσεις αυξάνονται
χρόνο με το χρόνο. Παρουσιάσεις,
προαπαιτούμενες εργασίες, «άτυπα»
υποχρεωτική παρακολούθηση και βαθμολόγηση
με βάση αυτό, συνθέτουν μερικά από τα
καθημερινά προβλήματα. Επιπλέον, το
περιεχόμενο του προγράμματος, φαίνεται
να συρρικνώνεται όλο και πιο πολύ στη
σύνθεση, με τη Συντήρηση κι Αποκατάσταση
να γίνεται μπαλάκι πηγαίνοντας από το
ένα έτος στο άλλο, με αμφίβολο το μέλλον
της μέσα στο πρόγραμμα. Παράλληλα τα
βασικά εργαστήρια συνεχίζουν να φέρουν
το όνομα του «Σχεδιασμού Χ», με το
περιεχόμενό τους να μην εξασφαλίζεται
με κανένα τρόπο μέσα στο χρόνο, πράγμα
που σημαίνει ότι ολόκληρα αντικείμενα
μπορούν να παραγράφονται.
Σε
όλα τα παραπάνω θα κληθούμε και φέτος
να πάρουμε θέση και δεν υπάρχει καλύτερος
χώρος εύρεσης συλλογικών απαντήσεων
από τη Γενική Συνέλευση του
συλλόγου, μια διαδικασία που πρέπει να
είναι ζωντανή, στην οποία να συμμετέχουν
και να εκφράζονται όλες/οι.
«Αν
αγωνίζεσαι μπορεί και να χάσεις. Αν δεν
αγωνίζεσαι, έχεις ήδη χάσει.» Μπ.
Μπρεχτ
Η
ζωή κι όχι η επιβίωση κερδίζεται μέσα
από μικρούς και μεγάλους καθημερινούς
αγώνες, οικοδομείται σε κάθε ήττα και
σε κάθε νίκη του κινήματος. Ελπίδα μας
δίνουν αγώνες όπως το μπλοκάρισμα
του πλειστηριασμού της πρώτης κατοικίας
ανθρώπου με 85& αναπηρία μετά από μαζική
παρέμβαση του Συντονισμού Συλλογικοτήτων
στα δικαστήρια Θεσσαλονίκης την
προηγούμενη Τετάρτη, που κατάφερε να
επιβάλλει στην πράξη το δικαίωμα στη
στέγαση μακριά από τα συμφέροντα των
τραπεζών. Αλλάζουμε, λοιπόν, συλλογικά
τόσο την καθημερινότητά μας μέσα από
το χτίσιμο μη εμπορευματικών δομών (βλ
στέκια, πολιτιστικές ομάδες κλπ), δομών
αλληλεγγύης (πχ εργατικές λέσχες,
καταλήψεις στέγασης), αλλά και συνολικά
τη ζωή μας με μαχητικούς αγώνες ενάντια
στον πόλεμο, την ανεργία, τα μνημόνια,
το φασισμό, το σεξισμό, οι οποίοι
αρθρώνονται μέσα από συλλογικούς φορείς
(συλλόγους, σωματεία, συνελεύσεις
γειτονιάς κλπ) που χωράνε όλον τον
πληττόμενο κόσμο και μέσα από τις
αντίστοιχες αμεσοδημοκρατικές τους
διαδικασίες (συνελεύσεις).
*Αγώνες
ενάντια στους νόμους Κοντογιαννόπουλου
το 90-91, Σουφλιά το 93, Γ.Παπανδρέου το 95,
Αρσένη το 97-99, Ευθυμίου το 2001 και Γιαννάκου
το 2007, ενάντια στο νόμο Διαμαντοπούλου
το 2011 και στη φετινή κατεδάφιση του,
επιμέρους αγώνες ενάντια στο σχέδιο
Αθηνά, ο περσινός νικηφόρος αγώνας για
τη σίτιση στο Ρέθυμνο κλπ
**ΑΠΟΘΗΚΗ
ΥΛΙΚΩΝ: Στο καμαράκι του συλλόγου
(κόκκινη πόρτα απέναντι από τη σκάλα
του ισογείου) έχει δημιουργηθεί μια
μικρή αποθήκη υλικών, η οποία γεμίζει
με τη συμβολή όλων μας. Γνωρίζουμε όμως
πως αυτή η κίνηση δε μπορεί να υποκαταστήσει
το πάγιο διεκδικητικό αίτημα για
δημιουργία αποθήκης υλικών με λεφτά
του τμήματος (καθώς υποχρεούται να το
κάνει), αλλά είναι μια μικρή ένδειξη
αλληλεγγύης που μπορεί προσωρινά να
καλύψει κάποιες ανάγκες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου