Ας κάνουμε μια βόλτα στους χώρους
της σχολής. Για κάποιες/ους από εμάς η διαδρομή και το βίωμα αυτό είναι πολύ
οικείο, ενώ για άλλους πρωτόγνωρο¹. Ποιές είναι οι εικόνες που μας μένουν; Η
υγρασία στο ταβάνι, που φαίνεται να υπάρχει πολύ καιρό, αίθουσες παραμελημένες
και ασφυκτικά γεμάτες, με ελάχιστους καθηγητές και υπερβολικά πολλούς φοιτητές
και γενικότερα υποβαθμισμένες υποδομές και χώροι ημικαθαροί/ημιβρώμικοι. Οι
εικόνες αυτές είναι συνηθισμένες τα τελευταία (ειδικά) χρόνια σε όλες τις
σχολές. Για εμάς που βιώνουμε το χώρο καθημερινά έχουν κανονικοποιηθεί. Για
όσες και όσους έρχονται πρώτη φορά σε επαφή με αυτή την κατάσταση, αρχικά
ξενίζουν, αλλά στη συνέχεια αποτελούν το «φυσιολογικό». Όμως, ας μη γελιόμαστε.
Δεν υπάρχει τίποτα το «φυσιολογικό» με αυτή την κατάσταση. Η υποβάθμιση και η
παρακμή που υφίσταται ο χώρος των πανεπιστημίων, αποτελεί τον καθρέφτη της
κοινωνίας και προμηνύει το τέλος του όποιου δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα είχε
απομείνει στο πανεπιστήμιο.
Παίρνοντας λοιπόν τα πράγματα από
την αρχή, για όσες/ους είμαστε κάποιο διάστημα στο πανεπιστήμιο, βλέπουμε χρόνο
με το χρόνο, την υποχρηματοδότηση να φέρνει σε αδιέξοδα την
ίδια την ύπαρξή του, δυσχεραίνοντας ακόμη περισσότερο τη δικιά μας παρουσία
μέσα σε αυτό. Ήδη, γνωρίζουμε πόσο δύσκολο είναι κανείς να σπουδάζει, ιδιαίτερα
στη σημερινή οικονομική συγκυρία. Από τη μία, κάποιες/οι δεν μπαίνουν ποτέ στο
πανεπιστήμιο, καθώς είτε αναγκάζονται να δουλέψουν από πολύ μικρή ηλικία για να
ανταπεξέλθουν, είτε δεν έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν το «δημόσιο» σχολείο
και τα φροντιστήρια που απαιτούνται, για να μπορέσει κανείς να διεκδικήσει μια
θέση στα πανεπιστημιακά ιδρύματα.
Από την άλλη, μεγάλο μέρος των
φοιτητών αναγκάζεται να δουλεύει, ενώ άλλοι δεν αντέχουν οικονομικά τα έξοδα
που απαιτούνται για τη σχολή, καθώς η διάλυση ή απουσία φοιτητικής μέριμνας
(φοιτητικές λέσχες, εστίες, μεταφορές κλπ), που αποτελεί άμεσο επακόλουθο της
υποχρηματοδότησης, αποκλείει από την τριτοβάθμια φοιτητές και φοιτήτριες από τα
χαμηλότερα οικονομικά στρώματα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η
ιδιωτικοποίηση της λέσχης του ΑΠΘ, με αποτέλεσμα το σταδιακό αποκλεισμό (κάρτες
σίτισης για λίγους, έλεγχοι, αντίτιμο που αναμένεται να επιβληθεί)
φοιτητών/ριών από τη δωρεάν σίτιση, καθώς και το παράδειγμα της σχολής μας με
τα δυσβάσταχτα έξοδα για υλικά μακέτας, εκτυπώσεις κλπ, τα οποία εντείνονται
από την απουσία αποθήκης υλικών και δωρεάν νησίδας εκτυπώσεων².
Επιπλέον, η υποστελέχωση των
ιδρυμάτων, που εντάθηκε την περίοδο των μνημονίων και της κρίσης, υποβαθμίζει
περαιτέρω την τριτοβάθμια. Είναι χαρακτηριστικό, ότι πλέον τα μαθήματα
διεξάγονται με δυσκολία, λόγω της έλλειψης καθηγητών, ενώ οι κυβερνήσεις των
τελευταίων χρόνων έχουν φροντίσει να απολύσουν ή να θέσουν σε διαθεσιμότητα το
μεγαλύτερο κομμάτι του διοικητικού προσωπικού. Και το χειρότερο; Στις ελλείψεις
αυτές, που στοχευμένα δημιουργούν οι ίδιες οι κυβερνήσεις και τα υπουργεία τους
(και στις οποίες συναινούν πρυτανείες και ένα συντριπτικό κομμάτι των καθηγητών),
απαντάνε είτε με την υποκατάσταση των εργαζομένων με απλήρωτους (!) φοιτητές
που (θα) εργάζονται «υποστηρικτικά» σε διάφορα πόστα (βιβλιοθήκες, διοίκηση
κλπ), είτε με τις εργολαβίες, αναθέτοντας επί της ουσίας σε επιχειρήσεις το
ρόλο του διαμεσολαβητή για την εύρεση και απασχόληση εργαζομένων (σε πόστα όπως
καθαριότητα, διοίκηση, διδασκαλία). Φυσικά οι εργολαβίες τον μόνο που ωφελούν
είναι τον ίδιο τον επιχειρηματία, στον οποίο δίνεται ένα πολύ μεγάλο χρηματικό
ποσό από μεριάς πανεπιστημίου (με διαπλεκόμενα συμφέροντα ορισμένων
πανεπιστημιακών και των κυβερνήσεων), ενώ ταυτόχρονα οι εργαζόμενοι δουλεύουν
με τους χειρότερους όρους, με ελάχιστες απολαβές και μάλιστα πολλές φορές
απλήρωτοι για μήνες με την τρομοκρατία να είναι καθεστώς.
Ακόμη, η νέα συνταγή «αποτυχίας»
που εξαπλώνεται στα ιδρύματα και έχει επιχειρηθεί να γίνει μέσω διάφορων
εκπαιδευτικών νόμων (π.χ. νόμος Διαμαντοπούλου, Αρβανιτόπουλου), όλα αυτά τα
χρόνια, είναι οι διασπάσεις αντικειμένων και πτυχίων (3 bachelor + 2 master ή 4+1). Μπορεί το
φοιτητικό κίνημα να ανέκοψε τις φιλοδοξίες των εκάστοτε κυβερνήσεων και των
εταίρων της ΕΕ (βλ. Μπολόνια), όμως το φάντασμα της διάσπασης ακόμη πλανάται
πάνω από τα κεφάλια μας πιο απειλητικό από ποτέ, ιδιαίτερα μετά την ψήφιση του
τρίτου μνημονίου, που προβλέπει συγκεκριμένες δυσμενείς δεσμεύσεις σε σχέση με
την ενιαιότητα των γνωστικών αντικειμένων και κατ’ επέκταση τα επαγγελματικά
δικαιώματα, ιδιαίτερα για τους μηχανικούς. Έτσι, βλέπουμε ειδικά τα τελευταία 2
χρόνια, τα προγράμματα σπουδών να αλλάζουν σε όλες τις σχόλες (πολυτεχνικές και
μη) και όλως «παραδόξως» να μοιάζει και μια μελλοντική διάσπαση του
προγράμματος και μετέπειτα του πτυχίου πολύ εύκολη. Δυστυχώς, δεν πρόκειται για
συνομοσιολογία, αλλά για απλή λογική, δεδομένου ότι οι ανάγκες της αγοράς
σήμερα υποβάλουν την ύπαρξη υπερεξειδικευμένου, με ευτελή γνώση πάνω στο
αντικείμενό του, εργατικού δυναμικού, πολυδιασπασμένου, χωρίς δυνατότητα
συλλογικής κατοχύρωσης και συνεπώς διεκδίκησης και φυσικά φτηνού. Έτσι, στη
σχολή μας είδαμε τον προηγούμενο χρόνο το αντικείμενό μας να συρρικνώνεται
δραματικά, μέσω της αλλαγής του προγράμματος σπουδών, με τον αριθμό των
διδασκόμενων μαθημάτων να μειώνονται δραματικά τις ιστορίες και τις θεωρίες που
αποτελούν τη βάση της αρχιτεκτονικής παιδείας να συρρικνώνονται έως να
εξαφανίζονται, αντικείμενα όπως η Συντήρηση και Αποκατάσταση να υποβαθμίζονται,
έως να πετιούνται εκτός βασικού κορμού του προγράμματος. Επιπλέον, από μια δομή
(του προηγούμενου προγράμματος) πλήρους ελευθερίας επιλογής, συναντήσαμε ένα
μοντέλο αυστηρό, χωρίς επιλογές, με τις μόνες να εμφανίζονται στο....8ο εξάμηνο
των σπουδών, όπου εισάγεται και η έννοια της εμβάθυνσης-εξειδίκευσης που
έρχεται, όλως τυχαίως, να περιγράψει τα πτυχιακά εργαστήρια (θυμίζει λίγο 4+1,
ε;).
Μέσα σε αυτό το κλίμα, όπου
συνεχώς άρονται κατακτήσεις του φοιτητικού κινήματος, και η δημόσια και δωρεάν
παιδεία φαίνεται όλο και να απομακρύνεται, ο ανταγωνισμός, ο ατομικός δρόμος
και η εντατικοποίηση συμβάλλουν στη δημιουργία ενός κανιβαλικού κλίματος μεταξύ
των φοιτητών/ριών, των μελλοντικών δηλαδή εργαζόμενων. Καλλιεργείται, λοιπόν,
ήδη από τα σχολικά μας χρόνια, η εντύπωση πως για να την παλέψεις κάπως πρέπει
να φας το διπλανό σου. Με αυτόν τον τρόπο, παρακινείσαι στο να μπεις σε ένα
κυνήγι προσόντων, να πας σε όσο το δυνατόν περισσότερα σεμινάρια, πρακτικές κλπ
προκειμένου να αποκτήσεις έστω και μια δεξιότητα παραπάνω, από το συνάδελφό σου
για να βρεθείς σε μια προνομιακή θέση στην αγορά εργασίας. Στην
πραγματικότητα, όμως, κυβερνήσεις, ΕΕ, κεφάλαιο ετοιμάζουν για όλες και όλους
ένα μέλλον ανεργίας, επισφάλειας, μετανάστευσης, το οποίο μόνο συλλογικά και
αλληλέγγυα μπορούμε να το αντιπαλέψουμε, κι όχι ανταγωνιστικά και ατομικίστικα.
Όλα τα παραπάνω, συνοψίζονται σε
μια βασική επιδίωξη που υπάρχει για το πανεπιστήμιο αυτή τη στιγμή: την
επιχειρηματικοποίησή του. Όλη αυτή η υποβάθμιση, η υποχρηματοδότηση κλπ έρχεται
να απαντηθεί με όλο και περισσότερο τον ιδιωτικό παράγοντα να παρεισφρύει εντός
των πανεπιστημίων, καθώς τα ιδρύματα ψάχνουν να βρουν χορηγούς για να επιβιώσουν,
λειτουργώντας και τα ίδια με επιχειρηματικά κριτήρια, ενώ παράλληλα προσελκύουν
όλο και περισσότερους επιχειρηματίες εντός τους, για να καλύψουν τα κενά που
αφήνει η υποχρηματοδότηση (βλ. εργολαβίες). Αυτό, ουσιαστικά, σημαίνει ότι, τον
κυρίαρχο λόγο για τη λειτουργία και την έρευνα (π.χ. Toyota στο τμήμα των ηλ-μηχ)
των ιδρυμάτων δε θα την έχουν οι φοιτητές και οι εργαζόμενοι μέσα από τις
συλλογικές τους διαδικασίες, δηλαδή εκείνοι που ζουν μέσα στο χώρο, αλλά θα τον
έχουν οι επιχειρήσεις θέτοντας ως βασικό κριτήριο το κέρδος. Έτσι, θα
αναπροσαρμόζονται τα προγράμματα σπουδών με βάσει τις ανάγκες της εκάστοτε
επιχείρησης, οι φοιτητές και οι φοιτήτριες θα χρησιμοποιούνται όλο και
περισσότερο ως το απλήρωτο εργατικό δυναμικό, ενώ οι συνθήκες εργασίας των εργαζομένων
θα είναι όλο και χειρότερες.
Φυσικά, όλα τα παραπάνω δε τα
παραθέτουμε για να μαυρίσουμε τη μέρα κανενός, ούτε για να προκαλέσουμε μαζικές
αυτοκτονίες, να παροτρύνουμε τους φοιτητές να πέσουν στα αντικαταθλιπτικά κλπ.
Απλά αναλύουμε την πραγματικότητα με έναν τρόπο που μάλλον δε θα ακούσουμε ποτέ
να αναλύεται από τα κυρίαρχα Μέσα Μαζικής Εξαπάτησης, προκειμένου στη συνέχεια
να μπορέσουμε να βρούμε τον τρόπο να την αλλάξουμε και να τη σχεδιάσουμε, με
βάση τις ανάγκες και τις επιθυμίες μας.
Γιατί όμως τέτοια επίθεση στην
εκπαίδευση;
Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω,
το πανεπιστήμιο αποτελεί ένα καθρέφτη, μια μικρογραφία της
κοινωνίας και το πιο σημαντικό, διαμορφώνει ένα μέρος του μελλοντικού
εργατικού δυναμικού ή των μελλοντικών ανέργων. Έτσι, βλέπουμε τα
διάφορα μνημόνια, υπό τις επιταγές της ΕΕ, να
συμπεριλαμβάνουν πάντα το κομμάτι της εκπαίδευσης και να προβλέπουν όλο και
περισσότερο την επιχειρηματική τους ανασυγκρότηση. Παράλληλα, το χρέος το
οποίο ούτε δημιούργησε ο λαός, ούτε του ανήκει (αλλά καλείται συνεχώς να το
πληρώσει), επιβάλει από την υποχρηματοδότηση των ιδρυμάτων, έως το κούρεμα των
αποθεματικών των πανεπιστημίων.
Η υποβάθμιση, λοιπόν που βλέπουμε
να υφίσταται το πανεπιστήμιο, είναι απλώς η συνέχεια, της συνολικότερης
υποβάθμισης των ζωών μας. Έτσι, σε επίπεδο κοινωνίας, βιώνουμε καθημερινά, την
όλο και μεγαλύτερη υποτίμηση της εργατικής δύναμης (μείωση μισθών κλπ), την
άρση των εργατικών δικαιωμάτων και κατακτήσεων, τον κοινωνικό κανιβαλισμό και
τον εκφασισμό της κοινωνίας, καθώς και την ένταση του φασισμού και του
σεξισμού. Φυσικά, αυτά τα φαινόμενα δεν είναι «προνόμιο» μόνο της Ελλάδας, όπως
ούτε και η κρίση. Εδώ και 7 χρόνια βιώνουμε την πιο μακροσκελή και
βαθιά παγκόσμια κρίση του καπιταλιστικού συστήματος, η οποία εκδηλώνεται με
διαφορετικά μέσα και διαφορετική ένταση σε κάθε χώρα, έχει όμως την ίδια
στόχευση: την ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας σε βάρος της κοινωνικής
πλειοψηφίας.
Έτσι, δεν είναι τυχαίο πως
ιδιαίτερα, η σημερινή συγκυρία, φαίνεται να στιγματίζεται από την εξάπλωση
των πολεμικών συρράξεων, οι οποίες μάλιστα αποτελούν πάγιο μέσο
επιβίωσης του καπιταλιστικού συστήματος σε περιόδους κρίσης, σε Συρία,
Κουρδιστάν, Ουκρανία, με ιδιαίτερο το ρόλο των φασιστών στους πολέμους αυτούς
(βλ. ISIS). Οι
πόλεμοι αυτοί, σε συνδυασμό με τη φτώχεια και την εξαθλίωση που επιβάλλει ο
δυτικός κόσμος στις χώρες της Μέσης Ανατολής (κι όχι μόνο) δημιουργούν,
τα κύματα προσφυγιάς και μετανάστευσης, τα οποία αποτελούν στη
συνέχεια το πιο άγρια εκμεταλλευόμενο και φτηνό εργατικό δυναμικό των χωρών
«υποδοχής» τους (όπως βλέπουμε να συμβαίνει και στην Ελλάδα). Είναι, λοιπόν,
απλά ένας ακόμη τρόπος ανάκαμψης και κερδοφορίας σε βάρος των ζωών μας. Από την
άλλη, συγκεκριμένα, στην Ελλάδα βλέπουμε η ανάκαμψη αυτή, να επιτυγχάνεται με
μέσο τα μνημόνια, την τρομοκράτηση και την καταστολή του λαού
και της νεολαίας. Αποκορύφωμα της επίθεσης, αποτελεί η ψήφιση του 3ου μνημονίου
εν μέσω καλοκαιριού, το οποίο έρχεται να επισφραγίσει τις ιδιωτικοποιήσεις, την
αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης, την ένταση της εργοδοτικής εκμετάλλευσης, τις
περικοπές κλπ.
Πώς φτάσαμε όμως στην ψήφιση του
πιο σκληρού (ως τώρα) μνημονίου τόσο σύντομα;
Μετά τις εκλογές του Γενάρη και
την εναλλαγή της κυβέρνησης, ήρθε πιο έντονα από ποτέ στο προσκήνιο μια ρητορία
για αλλαγή του κόσμου από το κοινοβούλιο, για ανατροπή των μνημονίων εντός της
ΕΕ και γενικά υποσχέσεις για μια ελπίδα που φαινόταν εξ αρχής ότι θα κατέρρεε
μπροστά στα μάτια μας. Οι αυταπάτες που καλλιεργούσε ο ΣΥΡΙΖΑ τα τελευταία
χρόνια, τον μετέτρεψαν σχεδόν εν μια νυκτί από αντιμνημονιακό σε μνημονιακό κι
από ελπίδα σε εφιάλτη. Είδαμε, λοιπόν πως το κορυφαίο γεγονός, αυτής της
χρονιάς, δηλαδή το δημοψήφισμα της 5ης Ιούλη και το συντριπτικό
62% του ΟΧΙ, μετατράπηκε με το χειρότερο τρόπο σε ΝΑΙ, διαλύοντας ελπίδες που
είχαν χτιστεί πάνω σε απατηλά όνειρα (για διαχείρηση της μιζέριας μας και της
καπιταλισιτκής επίθεσης, για άλλον δρόμο εντός ΕΕ κλπ). Οι χιλιάδες κόσμου που
βρεθήκαμε στους δρόμους εκείνες τις μέρες, και μάλιστα τα πιο ταξικά κομμάτια
της κοινωνίας, όλες και όλοι που ψήφισαμε υπέρ του ΟΧΙ, δε θα ξεχάσουμε τον
τρόπο που αυτό διαμόρφωσε συνειδήσεις και ερωτήματα, τα οποία έσπειρε,
αφήνοντας τα σε ένα βαθμό αναπάντητα από πλευράς κινήματος. Πάνω σε αυτή την
αδυναμία ανταπάντησης του εργατικού και νεολαιίστικου κινήματος, πάτησε και η
συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, προκειμένου να ψηφίσει το τρίτο μνημόνιο, με το
χειροκρότημα και την υπογραφή σχεδόν όλων των κομμάτων. Ένα τέτοιο γεγονός,
όπως είναι λογικό δε θα μπορούσε να υπάρξει χωρίς ανακατατάξεις και απώλειες,
εντείνοντας την κρίση στο πολιτικό σκηνικό και οδηγώντας με διαδικασίες εξπρες
στις εκλογές του Σεπτέμβρη, λίγο καιρό πριν την εφαρμογή του πιο σκληρού
μνημονίου και το στιγματισμό της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ από αυτήν. Στις εκλογές
αυτές, εκφράστηκε σε μεγάλο βαθμό η απογοήτευση που δημιούργησε η μετατροπή του
ΟΧΙ σε ΝΑΙ, κυρίως μέσω του μεγάλου ποσοστού της αποχής. Από την άλλη η
συγκρότηση ενός κοινοβουλίου με κατεξοχήν μνημονιακές δυνάμεις, που έρχονται σε
αντίθεση με τα συμφέροντα του μεγαλύτερου κομματιού της κοινωνίας, σίγουρα
είναι αρνητική, αλλά σε καμία περίπτωση δεν εκφράζει τις πραγματικές ανάγκες
και επιθυμίες της πληττόμενης κοινωνίας. Αποτελεί απλώς μια έκφραση του
αδιεξόδου κι όχι, στην πραγματικότητα, επικύρωση ή αναγωγή του μνημονίου, του
χρέους και της ΕΕ σε μόνη λύση. Όμως η απογοήτευση δεν είναι δύναμη κινητήρια
και η αποχή από οποιαδήποτε διαδικασία δεν δίνει ανατροφοδότηση και δεν
πυροδοτεί εξελίξεις. Γι’ αυτό είναι τώρα η ώρα να εμβαθύνουμε στα ερωτήματα που
γεννά η ίδια η πραγματικότητα, να ψάξουμε τις απαντήσεις που μπορούν μόνο από
τα κάτω και μέσα από συλλογικές διαδικασίες να δοθούν. Να βρούμε λοιπόν, τον
τρόπο να αποτελέσουμε ουσιαστικά το αντίπαλο δέος σε όλη αυτή την επίθεση και
να αντεπιτεθούμε!
Το καλοκαίρι λοιπόν πέρασε κι
εμείς ερχόμαστε, άλλοι για πρώτη φορά και άλλοι για πολλοστή, να μπούμε ξανά
στην καθημερινότητα της σχολής και μαζί με αυτή σε μια πραγματικότητα που
γίνεται όλο και πιο δύσκολη για εμάς, τους φίλους και τις οικογένειές μας.
Τριγύρω μας, παντού φωνές που επιμένουν πως «λεφτά δεν υπάρχουν» και πως «πρέπει
να κάνουμε θυσίες», καταλήγοντας με στόμφο στο «there is no alternative» που επιτάσσει το
δρόμο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των συνεχών μνημονίων ως μονόδρομο προς την
πολυπόθητη ανάπτυξη. Την ίδια στιγμή, λεφτά εμφανίζονται ως διά μαγείας και
χαρίζονται απλόχερα στις τράπεζες και τους δανειστές. Την ώρα που κόσμος
πεθαίνει στις στάσεις του μετρό της Αθήνας, μερικά χιλιόμετρα μακρύτερα κάποιοι
βγάζουν εκατομμύρια σε μια μόνο μέρα. Αυτός λοιπόν είναι ο κόσμος που ζούμε,
ένας κόσμος γεμάτος αντιφάσεις, όπου το 99% παλεύει και δουλεύει για να
πλουτίζει το 1%.
Μπροστά σε αυτή την αντίφαση που ντύνει
κάθε μικρή και μεγάλη έκφανση της καθημερινότητάς μας, καλούμαστε όπως όλες και
όλοι να πάρουμε θέση. Θέση υπέρ όλων εμάς, που όπως λέει και ένας στίχος του Λειβαδίτη
«είμαστε εμείς που δεν έχουμε τίποτα κι ερχόμαστε να πάρουμε τον κόσμο». Και θα
το κάνουμε, όχι με τον τρόπο που μας μάθανε από μικρά, στη βάση του «τρώω τον
διπλανό μου για να επιβιώσω», αλλά στη βάση της αλληλεγγύης και της συλλογικής
δράσης. Επιλέγουμε να αποφασίζουμε για όσα μας αφορούν μέσα από συλλογικές
αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες, όπως οι συνελεύσεις, μακριά από λογικές που
θέλουν άλλους να αποφασίζουν για εμάς χωρίς εμάς. Γνωρίζοντας πως οι
κατακτήσεις δεν κερδίζονται από τον καναπέ, αλλά μέσα από πραγματικούς αγώνες
υπεράσπισης των αναγκών της πληττόμενης πλειοψηφίας. Στο τιμόνι, οι πραγματικές
ανάγκες και τα όνειρά μας που αρνούνται να μπουν σε προκατασκευασμένα καλούπια.
Ανάγκες που, κόντρα στην ανεργία του 70% και την παιδεία των διδάκτρων, μιλούν
για εργασία και παιδεία για τους πολλούς και όχι για τους λίγους αυτού του
τόπου και αυτού του πλανήτη. Που θέλουν το πανεπιστήμιο και τη γνώση για τις
ανάγκες της κοινωνίας και όχι των εταιριών και των εργολάβων. Που
αντιλαμβάνονται ακόμη και την ίδια την αρχιτεκτονική, όχι σαν πολυτελή κτίρια που
θα στεγάσουν τις φιλοδοξίες μιας ελίτ, αλλά σαν αντικείμενο με κοινωνικό
περιεχόμενο, που ακουμπά και απαντά στις πραγματικές ανάγκες των πολλών. Για να
φωνάξουμε τελικά για όλους και όλες εμάς, τη νεολαία, τους φοιτητές-τριες, τους
μαθητές-τριες, τους αυριανούς εργαζόμενους-ανέργους που βλέπουμε να μας
παίρνουν το παρόν και το μέλλον μέσα από τα χέρια μας και δεν μπορούμε να το
επιτρέψουμε άλλο!
«δεν ειμαστε αφελεις να
περιμενουμε απο ψηλα τη δικαιοσυνη που μονο απο χαμηλα ορθωνεται.
Δεν ειμαστε μοδα περαστικη που θα καταγραφει στο αρχειο των ηττων.
ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΛΛΟΣ ΕΝΑΣ ΣΤΟΝ ΔΡΟΜΟ.»
Δεν ειμαστε μοδα περαστικη που θα καταγραφει στο αρχειο των ηττων.
ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΛΛΟΣ ΕΝΑΣ ΣΤΟΝ ΔΡΟΜΟ.»
¹ Σε αυτό το σημείο, να κάνουμε μια παρένθεση για τους πρωτοετείς φοιτητές, και πριν σας καλωσορίσουμε στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, σας ζητάμε προκαταβολικά συγγνώμη που δε σας κρατήσαμε το χέρι για να συμπληρώσετε τα χαρτιά στη γραμματεία, που δε θα σας ξεναγήσουμε στην πτέρυγα της αρχιτεκτονικής, που δε θα σας βγάλουμε για καφέ τις πρώτες σας μοναχικές μέρες στη Θεσσαλονίκη στα πιο in στέκια της πόλης, που δε θα σας υποδεχτούμε με ένα αξέχαστο πάρτυ, που δε θα ανταλλάξουμε τηλέφωνα για να είμαστε πάντα κοντά σας.
²Στη σχολή μας λειτουργεί νησίδα εκτυπώσεων. Πριν από 5 χρόνια, οι φοιτητές/ριες του τμήματος, διεκδίκησαν συλλογικά με μαζικές παραστάσεις να τους δοθεί η δυνατότητα να εκτυπώνουν δωρεάν το υλικό που απαιτεί η ίδια η σχολή, και το πέτυχαν. Επί 3 χρόνια η νησίδα λειτουργούσε δωρεάν για όλες/ους, μέχρι που το τμήμα με τη δικαιολογία της (υπαρκτής) υποχρηματοδότησης αποφάσισε να επωμίζονται και πάλι οι φοιτητές το κόστος των σπουδών και των απαιτήσεων του τμήματος, την ίδια στιγμή που επέλεγε να ξοδεύει μεγάλο μέρος του προϋπολογισμού σε εκθέσεις και εκδηλώσεις για την προβολή του τμήματος. Μετά από την αντίδραση και τις εκ νέου κινητοποιήσεις του φοιτητικού συλλόγου³, δόθηκε για κάθε εργαστήριο μία κάρτα περιορισμένων εκτυπώσεων, οι οποίες δεν επαρκούν ούτε για τα στοιχειώδη. Μέχρι σήμερα οι δωρεάν εκτυπώσεις αποτελούν πάγιο αίτημα του φοιτητικού συλλόγου.
³Τι είναι φοιτητικός σύλλογος: βλέπε ένθετο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου